ΑΣΚΤ/ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ Κατερίνα Αθανασίου
Θέλετε να αντιδράσετε στο μήνυμα; Φτιάξτε έναν λογαριασμό και συνδεθείτε για να συνεχίσετε.

Φόρουμ δημοσίων συζητήσεων γύρω από θέματα που προκύπτουν κατά τις προγραμματισμένες εικαστικές παρουσιάσεις στο γ΄ εργ. Ζωγραφικής


Μη Συνδεδεμενος Παρακαλώ συνδεθείτε ή εγγραφείτε

Ο Benjamin εισάγει την ιστορική διάκριση ανάμεσα στην εποχή της τέχνης του πρωτότυπου και την εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητας του.

Πήγαινε κάτω  Μήνυμα [Σελίδα 1 από 1]

Admin


Admin


http://www.geocities.ws/oneoff_architecture/omoiwma.htm


Περιγράφουμε ένα περιβάλλον στο οποίο διαφαίνεται μια ανατροπή στη δομή του δημόσιου βίου με τον τρόπο που ήταν γνωστός στις κοινωνίες μας τουλάχιστον για την εποχή που ακολούθησε τον Διαφωτισμό. Στο περιβάλλον αυτό διαπιστώνουμε την καθοριστική επίδραση των μέσων και της μεσολάβησης της τεχνολογίας σε κάθε είδος ανθρώπινης δραστηριότητας. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον σαν το δικό μας, η τεχνολογία φτάνει να επιδρά αποφασιστικά και στον τρόπο ακόμα που αντιλαμβανόμαστε την ίδια την πραγματικότητα και της αποδίδουμε κύρος.
Παράλληλα με την περιγραφή αυτή ίσως τότε να έχει ενδιαφέρον και το να προσπαθήσει κανείς να αποτυπώσει δυναμικές του σύγχρονου φιλοσοφικού στοχασμού. Καθώς η σύγχρονη φιλοσοφία φαίνεται να αμφισβητεί και να επαναπροσδιορίζει διαρκώς έννοιες, να αμφισβητεί ακόμα και την ίδια την έννοια της πραγματικότητας και του αληθινού, να θέτει υπό αμφισβήτηση ακόμα και την δυνατότητα του σύγχρονου ανθρώπου να κρίνει το αληθινό και να διακρίνει το πραγματικό από το ψεύτικο. Ίσως τότε να έχει ενδιαφέρον το να αναζητήσει κανείς την άποψη της σύγχρονης φιλοσοφίας για παράδειγμα για το τεχνητό, για να διαπιστώσει την κατασκευή νέων εννοιών, θεωρητικών εργαλείων, μεθοδολογιών, όπως για παράδειγμα αυτή του 'ομοιώματος'. Τι ήταν για παράδειγμα αυτό που έκανε τον Baudrillard να υποστηρίξει ότι 'το τεχνητό βρίσκεται στην καρδιά της πραγματικότητας';

Έχει λοιπόν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εργασία αυτή να επιχειρηθεί μια χαρτογράφηση ενός μεγάλου κομματιού της σύγχρονης (ή και όχι μόνο) φιλοσοφικής σκέψης, που αφορά την 'κατασκευή της πραγματικότητας' και την αντίληψη της έννοιας του αληθινού, για να καταφέρουμε να διατυπώσουμε στο τέλος για μια ακόμη φορά το ερώτημα: του ποια καινούρια σημασία αποκτά ο δημόσιος χώρος στην εποχή της 'αναπαραγωγιμότητας' και της 'προσομοίωσης' του; Αυτή τη φορά όμως από την αναλυτική πλευρά της φιλοσοφίας.
Η σκέψη αυτή, στην οποία θα αναφερθούμε, στρέφεται γύρω από την διάκριση ανάμεσα στην εικόνα, ως απεικόνιση, αναπαράσταση της Ιδέας (ο μεταφυσικός ιδεαλισμός, ο πλατωνισμός) και το ομοίωμα, ως μια δομή με απεριόριστο βάθος, χωρίς καταγωγή ή πρότυπο, που προσομοιάζει την πραγματικότητα, χωρίς να την αναπαριστά.


'Το έργο τέχνης την εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητάς του'

Για την εισαγωγή μας στην διερεύνηση της έννοιας του 'ομοιώματος' μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε το έργο του Walter Benjamin σχετικά με την τεράστια αλλαγή που έχει επιφέρει στην αντίληψη του τεχνικού αντικειμένου η δυνατότητα της τεχνικής αναπαραγωγής του.
Ο Benjamin εισάγει την ιστορική διάκριση ανάμεσα στην εποχή της τέχνης του πρωτότυπου και την εποχή της τεχνικής αναπαραγωγιμότητας του. Υποστηρίζει ότι το πρωτότυπο διακρίνεται από το χαρακτηριστικό του 'εδώ' και 'τώρα' που εκφράζει. Ότι το πρωτότυπο αντικείμενο είναι έτσι ανεπανάληπτο χωρικά και χρονικά. Αυτό σημαίνει ότι διαθέτει τόπο και χρόνο συγκεκριμένο.
Αντίθετα το τεχνικό αντίγραφο έρχεται κατ' αρχάς να προσθέσει στο πρωτότυπο:

(1) Ότι δίνει αξία στην καταγραφή της οπτικής του πρωτοτύπου. Δίνοντας μάλιστα πολλές φορές την δυνατότητα να αποτυπωθούν οπτικές μη φυσικές.
(2) Ότι μεταφέρει πια την εικόνα του πρωτότυπου και όχι το ίδιο το αντικείμενο στον θεατή.

Αυτό σημαίνει ότι την εποχή των τεχνικών αντιγράφων, που μας περιγράφει ο Benjamin, το πρωτότυπο αναπαράγεται σε συνθήκες εντελώς διαφορετικές από το 'εδώ και τώρα' του. Καθιστώντας το ένα μη προσδιορισμένο χωρικά, αλλά και α- χρονική συμβάν.
Χαρακτηριστικά ο Benjamin φέρνει το παράδειγμα του κινηματογράφου. Μια κινηματογραφική ταινία δεν προσφέρεται για 'ενατένηση' με τον τρόπο που αντιμετωπιζόταν παραδοσιακά το έργο τέχνης, αλλά για την 'αναπαραγωγή' της και την 'έκθεσή' της.
Προχωρώντας ο Benjamin ισχυρίζεται ότι με τη διαδικασία της αναπαραγωγής: κλονίζεται η αξία του αντικειμένου ως φορέα της ιστορικής μαρτυρίας, καθώς κλονίζεται και το ίδιο το 'κύρος' του αντικειμένου, η 'αίγλη' του, ακόμα και η ικανότητά του να θεωρείται φορέας της αλήθειας, του ωραίου, του αγαθού.
Καθώς η αξία του γνήσιου έργου τέχνης θεμελιώνεται στο τελετουργικό, στην λατρεία του, στο μεταφυσικό του βάθος, με την αναπαραγωγή του η θεμελίωσή του δεν μπορεί να αναχθεί πια στην λατρευτική του αξία, την τελετουργική του καταξίωση, καθώς αντιπροσωπεύει πια μια εικόνα χωρίς βάθος.
Το αντικείμενο, ισχυρίζεται ο Benjamin, παύει να διαθέτει πια λατρευτική αξία, καθώς εκλείπει πια το μεταφυσικό του βάθος. Αυτή παραχωρεί την θέση της στην εκθετική αξία, την δυνατότητα του να εκτίθεται.

Η Θεωρία των Ιδεών και το Ομοίωμα

Ο Deleuze διακρίνει την πρώτη διατύπωση αυτής της διάκρισης κατ΄ αρχήν μέσα στο Πλατωνικό έργο. Σύμφωνα με τον Deleuze ο Πλάτων εγκαθιστά μια 'διαλεκτική της αμφισβήτησης που αναζητά το γνήσιο'. Και εισάγει έτσι τις βάσεις της ιδεαλιστικής μεταφυσικής. Ολόκληρη η πλατωνική Θεωρία των Ιδεών είναι μια θέληση για επιλογή, για ξεκαθάρισμα όχι μεταξύ δυο αντιτιθέμενων (που μπορεί να συνυπάρχουν σε ένα άλλο είδος διαλεκτικής), αλλά ανάμεσα σε ένα γνήσιο και μη γνήσιο-ψεύτικο αντίγραφο. Η διαλεκτική του αυτή θεμελιώνει μια διάκριση που θα υφίσταται στο εξής ανάμεσα σε ένα αντίγραφο 'καλό', που κατάγεται, θεμελιώνεται, εκφράζει την Ιδέα και σε ένα αντίγραφο 'κακό' που δεν αντιγράφει την ουσία της Ιδέας, αλλά μόνο την εμφάνισή της, την εικόνα της, που παραπλανά ως προς την πραγματική φύση της Ιδέας. Το πρώτο αντίγραφο εγκαθιστά μια 'ομοίωση΄, δηλαδή μια 'ουσιαστική' ομοιότητα με την ιδέα, ενώ το δεύτερο μια 'εικόνα', ένα 'φάντασμα', μια 'εικονική' ομοιότητα με την ιδέα, που αποπροσανατολίζει από την πραγματική ουσία. Ένα τέτοιο αντίγραφο μπορεί να θεωρηθεί σύμφωνα με τον Πλάτωνα το 'ομοίωμα'.

Με την Θεωρία των Ιδεών λοιπόν ξεκινά όλη η ιστορία των διακρίσεων μεταξύ πρωτότυπου και αντιγράφου, αλλά και μια σειρά παρόμοιων διακρίσεων: ιδέα- εικόνα, ουσία- εμφάνιση, νοητό- αισθητό. Σύμφωνα με τον Deleuze θα πρέπει να αναζητούμε σε ολόκληρο το έργο του Πλάτωνα τον μύθο ως σημείο στήριξης της διάκρισης αυτής. Ο μύθος κατασκευάζει το μεταφυσικό βάθος μιας Ιδέας και δίνει το κριτήριο για την θεμελίωση, την εξουσιοδότηση του γνήσιου. Ο μύθος λοιπόν δομεί τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να στηριχθεί η κρίση, ως διάκριση μεταξύ γνήσιου και ψεύτικου, κατοχυρώνει την αυθεντία που διακαιοδοτείται να κάνει τη διάκριση.

Ο Perniola επίσης αποδίδει στην διάκριση μεταξύ 'αληθινού' και 'φαινομενικού' τη σημασία ενός δίπολου που στήριξε την ιδεαλιστική μεταφυσική σε όλη την ιστορία της. Ξεκινώντας από τον Πλάτωνα, ο οποίος διακρίνει την ιδέα- τον νοητό κόσμο, από το φαινόμενο- τον καθρέπτη του νοητού κόσμου, υποτιμώντας έτσι την 'εμφάνιση' ως το αντίθετο, την παραχάραξη του 'είναι'. Συνεχίζοντας στον Χριστιανισμό, που θέτει πάλι την αλήθεια εκτός του κόσμου και διακρίνει την 'εικόνα' και την 'ομοίωση' (όπως θα δούμε παρακάτω). Φτάνοντας στον Καντιανισμό που διακρίνει το φαινόμενο από το πράγμα καθεαυτό και μέχρι τις σημερινές ιδεαλιστικές θεμελιώσεις του νοήματος σε μια 'εξωτερική αξία', σε μια μεταφυσική.

Ένα παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Deleuze, είναι αυτό του θεολογικού δόγματος που διατύπωσε ο Χριστιανισμός, το οποίο περιγράφει την δημιουργία του ανθρώπου από τον θεό ως 'κατ' εικόνα και ομοίωση'. Ο άνθρωπος αμαρτάνοντας χάνει την 'ομοίωση' με τον θεό, δηλαδή με την ουσία, την Ιδέα του Θεού και παραμένει απλά μια 'εικόνα' του, ένα κάλπικο αντίγραφο, μια προσομοίωση της Ιδέας. Το 'ομοίωμα' εδώ είναι το 'φάντασμα' αυτό που 'απεικονίζει' την ιδέα χωρίς να της μοιάζει, χωρίς ουσιαστικά να αναφέρεται σε αυτήν. Η απομάκρυνση του ανθρώπου από τον παράδεισο, είναι η απομάκρυνσή του από τον χώρο της ιδέας και της γνήσιας ύπαρξης, άρα η μετατροπή του σε φάντασμα του εαυτού του, η μετατροπή του σε 'ομοίωμα' της ύπαρξής του.
Ο Deleuze υποστηρίζει ότι ο Πλάτωνας στο έργο του 'Σοφιστής' διατυπώνει με διφορούμενο τρόπο την άποψη ότι το ομοίωμα μπορεί να μην είναι απλά μια ψεύτικη προσομοίωση της Ιδέας, ένα κακό αντίγραφο, αλλά ότι μπορεί ως έννοια να θέτει υπό αμφισβήτηση τον ίδιο τον διαχωρισμό μοντέλο- αντίγραφο. Δηλαδή υποστηρίζει ότι ο ίδιος ο Πλάτωνας έδωσε τα θεωρητικά εργαλεία για την αναστροφή της θεωρίας των Ιδεών. Το ομοίωμα είναι μια θεώρηση του κόσμου, που τίθεται εκτός της διαλεκτικής. Εκτός μιας διαδικασίας που αναζητά διαφορές συγκρίνοντας όμοια πράγματα, δηλαδή συγκρίνοντας την καταγωγής τους, το κρυμμένο τους βάθος. Το ομοίωμα έτσι θέτει τον εαυτό του εκτός του κόσμου που ζει ανάμεσα στην διάκριση πρωτότυπο - αντίγραφο.

Η αισθητική έναντι της ηθικής.

Το ομοίωμα είναι ένα αντίγραφο που διατηρεί το αισθητικό περιεχόμενο έχοντας χάσει το ηθικό. Υποστηρίζει λοιπόν την αισθητική έναντι της ηθικής.
Το φαινόμενο αυτό ο Baudrillard [...] υποστηρίζει ότι ήδη αρχίζει να ξεδιπλώνεται σήμερα, καθώς όπως αναφέρει 'η αλήθεια έχει αντικατασταθεί από την αισθητική'. Η επικράτηση του σημείου και του φαινομένου έχει υποκαταστήσει τις παραδοσιακές αξίες, όπως πιθανώς της πολιτικής οικονομίας, του φονξιοναλισμού, της αξίας της χρήσης ή της αλήθειας της κατασκευής.
Σήμερα, όπως αναφέρει ο Perniola, ένα αντικείμενο design, προβάλλεται από τη διαφήμιση, όχι ως κάτι που μπορεί να εξυπηρετήσει τόσο μια λειτουργική ανάγκη του καταναλωτή ή να εκφράσει την 'αλήθεια της κατασκευής του (δηλαδή το ηθικό περιεχόμενο της 'λειτουργικότητας'), αλλά αντίθετα προβάλλεται ως ένα σημείο που μπορεί να ικανοποιήσει την ανάγκη του χρήστη του για κοινωνική καταξίωση, να του χαρίσει μια επιθυμητή εικόνα ζωής (αισθητικό περιεχόμενο του σημείου)
Το ξεπέρασμα του έργου τέχνης, τόσο ως κάτι που εκφράζει ένα βαθύτερο μεταφυσικό νόημα, όσο και ως κάτι που μπορεί να καθοδηγείται ακόμα απο το δίπολο πρωτότυπο- αντίγραφο, αποδίδεται από πολλούς στην Pop Art. Η καλλιτεχνική αυτή πρωτοπορία του αιώνα μας, υπονόμευσε την ίδια την αξία της τέχνης. Χρησιμοποιώντας τα εργαλεία της διαφήμισης, των μέσων και της δημοσιότητας, έβαλε το αντικείμενο σε μια διαδικασία πολλαπλών αναπαραγωγών, αντιγράφων μέσα στα οποία κάθε έννοια αξίας ή νοήματος του έργου τέχνης έχει πια χαθεί. Η Pop Art χρησιμοποιεί τις εικόνες ως σημεία, κενά νοήματος, και ονομάζει τέχνη το οτιδήποτε, καταργώντας έτσι την ίδια την τέχνη, ή μάλλον την ηθική της αξία προς χάρη του αισθητικού πειραματισμού.

Η άποψη του Deleuze για το ομοίωμα είναι ότι πρόκειται για μια δομή που θεμελιώνεται όχι στην Ιδέα, ως χώρου από τον οποίο κατάγονται όλα τα υπόλοιπα αντίγραφα, αλλά στο σημείο θέασης του παρατηρητή. Πρόκειται για εικόνες που διατηρώντας μόνο την σημασία του αισθητικού τους περιεχομένου έχουν χάσει κάθε ηθική αξία, δηλαδή την αναφορά τους σε κάποια ιδέα, σε κάποια δομή καταγωγής, την αξία του δεσμού ομοιότητας που μπορεί να διαθέτουν με κάτι άλλο.
Σύμφωνα πάλι με τον Deleuze, στο φιλοσοφικό έργο του Nietzsche διακρίνουμε την απόρριψη της ηθικής αξίας της φιλοσοφίας ή της αξίας του για αναζήτηση της αντικειμενικής αλήθειας.
Ο Νίτσε ισχυρίζεται ότι η φιλοσοφία δεν πρέπει να ρωτάει Τι; Αλλά Ποιος; Ότι η σκέψη και κατά η πραγματικότητα είναι μια 'τοπογραφία δυνάμεων', η αλήθεια δεν ανασύρεται από κάποιο βάθος όπου βρίσκεται ανέπαφη, αλλά κάθε φορά καθορίζεται σύμφωνα με την σύγκρουση των δυνάμεων, των βουλήσεων και των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους.
Ο Deleuze αναφέρει: 'περισσότερο από ποτέ άλλοτε, επιβάλλεται το ερώτημα του Νίτσε: Ποιος κοιτάζει το ωραίο με ανιδιοτελή τρόπο; Η τέχνη κρίνεται πάντα από τη σκοπιά του θεατή, ενός θεατή όλο και λιγότερο καλλιτέχνη' [σελ 148 Νίτσε Deleuze]
Η τέχνη, για την φιλοσοφία του Νίτσε, 'επινοεί ψεύδη', είναι μια βούληση του ψεύτικου, δύναμη σαγηνευτική:
'Η δύναμη του ψεύτικου πρέπει να φτάσει μέχρι μια βούληση του εξαπατάν, βούληση καλλιτεχνική, μόνη ικανή να ανταγωνισθεί το ασκητικό ιδεώδες και να αντιπαρατεθεί με επιτυχία στο ιδεώδες αυτό [...] Τότε η αλήθεια αποκτά, ίσως, μια νέα σημασία. Η αλήθεια είναι φαινομενικότητα. Αλήθεια σημαίνει πραγματοποίηση της δύναμης, ανύψωση στην ύψιστη δύναμη. Στον Νίτσε, εμείς οι καλλιτέχνες= εμείς οι αναζητητές της γνώσης ή αλήθειας= εμείς οι εφευρέτες νέων δυνατοτήτων ζωής'
Το ομοίωμα απαλλαγμένο από την ανάγκη να εκφράζει την αλήθεια, ακόμη περισσότερο υπακούει σε μια 'αισθητική της σαγήνης', η οποία κατά τον Perniola, αντιτίθεται στην Αριστοτελική 'αισθητική της μίμησης'
Το ομοίωμα, ένα αντίγραφο, που κάθε φορά αντιγράφει το αντικείμενο που θέλει να σαγηνεύσει (στο οποίο θέλει να κυριαρχήσει), ένα υλικό ευμετάβλητο, χωρίς ταυτότητα, το οποίο παίρνει την μορφή του από το πλέγμα δυνάμεων στο οποίο κάθε φορά συμμετέχει. Η Ρώμη, σύμφωνα με ένα παράδειγμα που φέρνει ο Perniola, είναι μια περίπτωση 'προσομοίωσης πολιτισμού'. Η κενή θέση του ονόματός της και του θεού της (δηλαδή της ταυτότητάς της) κάθε φορά συμπληρωνόταν από τους λαούς τους οποίους η αυτοκρατορία αυτή ήθελε να κυριαρχήσει, δηλαδή να σαγηνεύσει...
Ο Perniola αναφέρει χαρακτηριστικά:
'Το ομοίωμα της κοινωνίας που διαγράφει το 'κοινωνικό ολόγραμμα' δεν σαγηνεύει χάρη σε μια μοναδική προοπτική του, αλλά αντιθέτως χάρη στην απροσδιοριστία του, τη διαθεσιμότητά του να λάβει πολλαπλές μορφές ανάλογα με την οπτική του παρατηρητή'

Τα σημεία:
ο 'υπερπραγματικός χώρος' και Η μετατόπιση από το αντίγραφο στον κώδικα

'Ταξίδια των σημείων, των μέσων, της μόδας και των προτύπων του τυφλού κι λαμπερού περιβάλλοντος του ομοιώματος'

Ο Baudrillard υποστηρίζει ότι στον σημερινό χώρο της επικοινωνίας συντελείται μια 'υποκατάσταση του αληθινού από τα σημεία του αληθινού'. Έως σήμερα τα σημεία προσδιόριζαν αδιαμφισβήτητες πραγματικότητες ή κάποια αντικειμενικά σημεία αναφοράς. Η καθαρότητα των σημείων, άρα η αντικειμενικότητά τους, η δυνατότητά τους να θεωρούνται πραγματικά, η αυθεντία τους κρίνεται από τους περιορισμούς τους: περιορισμούς που θέτουν είτε στην αντιγραφή τους, είτε στην διάκριση γνήσιου και ψεύτικου, είτε στην υλικότητά τους (τα υλικά που αντέχουν ή επιβάλλονται κατοχυρώνουν τη γνησιότητα, την εξουσία, την ηγεμονία τους). Έτσι στο περιβάλλον αυτό της 'έκστασης της επικοινωνίας', τα σημεία μοιάζουν περισσότερο να στηρίζουν το ένα το άλλο παρά να στηρίζονται στο 'πραγματικό' στο 'αληθινό' που έχει χάσει πια την αξία του ως επίπεδο αναφοράς. Καθώς ο Baudrillard υποστηρίζει ότι το 'πραγματικό' ως το απόλυτο επίπεδο αναφοράς έχει χαθεί, προβάλλει την αντίθεση ανάμεσα στο ομοίωμα και την αλήθεια. Ορίζει έτσι το σημερινό περιβάλλον ως αυτό του 'υπερπραγματικού χώρου'.
Στον 'υπερπραγματικό χώρο' το νόημα δεν μεταδίδεται με την μίμηση ή την αντιγραφή. Το νόημα υποκαθίσταται από την πληροφορία, καθώς το αντίγραφο αντικαθίσταται από τον 'κώδικα'. Ο κώδικας (ψηφιακός, γενετικός κ.α.) βρίσκεται σμικρυμένος σε ελάχιστα (κωδικοποιημένα) ποσά πληροφορίας (το DNA κάθε εικόνας, κάθε τεχνητού αντικειμένου). Το νόημα έτσι δεν είναι προσιτό καθώς έχει ελαχιστοποιηθεί στην μορφή κώδικα ή πληροφορίας.
Τα σημεία είναι πια εναλλάξιμα, αντιγράφονται απεριόριστα, με αποτέλεσμα να μην διακρίνεται πια το γνήσιο από το αντίγραφο, ενώ η υλικότητά τους τα καθιστά ευμετάβλητα και εφήμερα. Τα σημεία πια είναι 'απαθή', δεν φορτίζονται με συγκεκριμένο περιεχόμενο, λειτουργούν περισσότερο ως 'ατίθασα προσωπεία' που κρύβουν από κάτω τους άλλα προσωπεία.
Ο Baudrillard ισχυρίζεται, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλο ασχολείται με το φαινόμενο του ομοιώματος, ότι η παραδοσιακή διάκριση μεταξύ 'αληθινού' και 'φαινομενικού' γίνεται σήμερα όλο και περισσότερο ακατόρθωτη:
'Πριν, υπήρχε μια συγκεκριμένη τάξη από αλληγορικά και ελαφρώς διαβολικά αντικείμενα: καθρέπτες, εικόνες, έργα τέχνης-ομοιώματα, μα διαφανή και προφανή (δεν μπέρδευες το αντίγραφο με το γνήσιο), που είχαν το χαρακτηριστικό τους ύφος και τρόπο συμπεριφοράς. Και η ευχαρίστηση αποτελούνταν μάλλον στην ανακάλυψη του φυσικού σε αυτό που ήταν τεχνητό και αντίγραφο. Σήμερα, όπου το πραγματικό και το φανταστικό είναι συγκεχυμένα στην ίδια 'επιχειρησιακή ολότητα' ο αισθητικός εντυπωσιασμός βρίσκεται παντού...'

Και ο Perniola θίγει την κενότητα των σημείων όταν αυτά χρησιμοποιούνται ομοιωματικά, αναφερόμενος στην περίπτωση του 'εμβλήματος' και της αισθητικής χρήσης του στην εποχή του Μπαρόκ: 'Η ουσία του εμβλήματος είναι η κενή εξωτερικότητά του, την οποία η αναζήτηση ενός απόκρυφου νοήματος αντιθέτως καλύπτει'

Διαφορά έναντι ομοιότητας

Προχωρώντας την σκέψη του για τον προσδιορισμό της δομής του 'ομοιώματος' ο Deleuze το αναφέρει ως το σύστημα που δημιουργείται τοποθετώντας ετερογενείς σειρές σημείων ή ανόμοια-μη συγκρίσιμα στοιχεία σε επικοινωνία. Αναφερόμενος στο λογοτεχνικό ομοίωμα (κυρίως στο έργο του Joyce) το προσδιορίζει όχι ως ένα σύνολο διαφορετικών οπτικών της ίδιας ιστορίας, αλλά ως ένα σύστημα, η καλύτερα μη οργανωμένο 'χάος', που δημιουργείται από τα τοπία διαφορετικών οπτικών, διαφορετικών ιστοριών, ένα σύστημα ανόμοιων, ασύγκριτων και μη συμβιβάσιμων τοπίων. Η δύναμη αυτού του είδους λογοτεχνίας συνίσταται στην 'αντήχηση' που μπορεί να δημιουργείται ανάμεσα στα μη συγκρίσιμα τοπία. Η αντήχηση που μπορεί να δημιουργούν διαφορετικότητες χωρίς προκαθορισμένο νόημα, που δεν ήταν προορισμένα να συγκριθούν, όταν έρθουν απρόσμενα σε επαφή.
Άρα, πιθανώς να έχε ενδιαφέρον μια διαδικασία, όχι που αναζητά ομοιότητες, αλλά που θέτει μαζί, σε αντήχηση διαφορετικά, ανόμοια, μη προορισμένα να συγκριθούν σημεία.

Αλλά και ο Perniola προσδιορίζει το ομοίωμα ως ένα σύστημα αντιτιθέμενων σημείων, ενώ σε αυτό που ο Deleuze ονομάζει εσωτερική 'αντήχηση', πιθανώς ο Perniola να αναφέρεται με την 'εσωτερική εμπειρία' των σημείων:
'Έτσι η έννοια του ομοιώματος ενέχει την ταυτόχρονη παρουσία αντίθετων διαθέσεων: είναι το αποτέλεσμα μιας εσωτερικής εμπειρίας που αποδέχεται και συγκρατεί τα αντιπαρατιθέμενα σημεία, απορρίπτοντας κάθε μεταφυσική επίλυση της σύγκρουσής τους'


Η 'αιώνια επιστροφή' και το 'είναι του γίγνεσθαι'

Ο Perniola υποστηρίζει τον 'γεγονικό' χαρακτήρα που διαθέτει το 'είναι' του ομοιώματος, με την διατύπωση της έννοιας του 'γεγονικού εγχειρήματος'. Ισχυρίζεται ότι το ομοίωμα διαθέτει έναν χαρακτήρα γεγονικό, γιατί αυτό 'συμπίπτει με την περίσταση στην οποία γεννιέται' (την 'τοπολογία των δυνάμεων' του Νίτσε). Ένα εγχείρημα γεγονικό, είναι τέτοιο, επειδή 'δεν έχει σκοπούς ή περιεχόμενα που να προέρχονται από προκατασκευασμένα σχήματα'
Αυτός ο 'καθρέπτης', που 'πρόθυμα απαντά σε ότι περνά, μα και πρόθυμα το σβήνει', που απαντά δηλαδή κάθε φορά στις δυνάμεις και τις περιστάσεις, είναι το εγχείρημα του ομοιώματος.

Στον Νίτσε επίσης πρέπει, σύμφωνα με τον Deleuze, να αποδοθεί μερίδιο της ευθύνης για την αντί- διαλεκτική θεώρηση της φιλοσοφίας και πιθανώς για την θεωρητική καταξίωση του ομοιώματος.
Στην θεωρία (ή καλύτερα 'ομοίωμα θεωρίας' , όπως το αναφέρει ο Deleuze) της 'αιώνιας επιστροφής' ο Νίτσε αναδεικνύει τη σημασία του 'είναι του γίγνεσθαι' και της κυκλικής του αναγκαιότητας. Ο κόσμος του Νίτσε μπορεί να θεωρηθεί ένα ομοίωμα, ένα αντίγραφο που αναπαράγεται στο διηνεκές: 'επειδή σε κάθε στιγμή είναι επανάληψη, ομοίωμα πραγμάτων που συνέβησαν ήδη απεριόριστες φορές'. Ή όπως αναφέρεται κάπου αλλού: 'Εάν το σύμπαν είχε μια θέση ισορροπίας, εάν το γίγνεσθαι είχε κάποιο σκοπό ή μια τελική κατάσταση, θα τα είχε ήδη πετύχει'.
Ότι αποκλείεται από την 'αιώνια επιστροφή' ότι δεν ξαναγυρνά, είναι αυτό που προσπαθεί να τεθεί ως μοναδικό μοντέλο, ως πρωτότυπο 'εκτός χρόνου', ως αυτό που διακρίνει το γνήσιο από το αντίγραφο.
Έτσι όταν ο Perniola αναφέρεται στον Νίτσε βρίσκει σε αυτόν έναν υποστηρικτή της διατάραξης της σχέσης του φαινομένου με την μεταφυσική.



Το παιχνίδι των φαινομένων και ο δημόσιος χώρος.

Ήδη με την επίδραση των μέσων, γίνεται όλο και δυσκολότερο να προσδιορίσουμε έναν 'δημόσιο χώρο' ή να διακρίνουμε έναν χώρο που αναπαραγάγει ένα 'ιδεώδη' δημόσιο βίο από έναν χώρο που απεικονίζει το κακέκτυπό του. Παράλληλα γίνεται όλο και περισσότερο δύσκολο να προσδιορίσουμε τον χώρο όπου δρα η εξουσία, να διακρίνουμε το ψεύτικο από το αληθινό. Η ιδεολογία χρησιμοποιείται όλο και πιο απροκάλυπτα ως το προσωπείο που εξυπηρετεί συσχετισμούς. Έτσι και ο δημόσιος χώρος μοιάζει να έχει πια 'από-ιδεολογικοποιηθεί', έχοντας μετατραπεί σε ένα συνδυασμό φαινομένων, κενών περιεχομένου, με κύριο χαρακτηριστικό τους την δυνατότητά τους να εναλλάσσουν νοήματα και να επικοινωνούν μεταξύ τους.
Τίθεται λοιπόν το ερώτημα: Πέρα από το αν δεχτούμε είτε την αλήθεια μιας ιδεολογικής μεταφυσικής είτε την επικράτηση του ομοιώματος , μπορούμε να 'παίξουμε με τα φαινόμενα'; Να παίξουμε με την δυνατότητα των ομοιωμάτων να 'κατασκευάζουν' την πραγματικότητα, την ιδιομορφία τους στο να της αποδίδουν αισθητικό περιεχόμενο και να εφευρίσκουν νοήματα πέρα από την αναζήτηση της ομοιότητας και του βαθύτερου ηθικού περιεχομένου της πραγματικότητας; Να πειραματιστούμε εγκαθιστώντας στον δημόσιο χώρο διαδικασίες που προσομοιάζουν, που κατασκευάζουν την αλήθεια; Περνώντας έτσι από τον δημόσιο χώρο που αναπαράγει αντίγραφα ενός ιδανικού (και πολλές φορές τυραννικού) μοντέλου σε έναν δημόσιο χώρο που παρέχει την δυνατότητα να κατασκευάζει ομοιώματα. Το εύρος της δυνατότητας αυτής του δημόσιου χώρου αξίζει να διερευνηθεί.
Το 'παιχνίδι των φαινομένων' σημαίνει την ιδεολογική αποδέσμευση του δημόσιου χώρου και την αποκατάσταση της αναζήτησης του 'φαντάσματος' του δημόσιου χώρου. Πέρα από τη σχέση αναπαραγωγής ή καταγωγής του πρωτότυπου -αντίγραφου, άρα και τις σχέσεις ομοιότητας και ιεραρχίας. Ένας δημόσιος χώρος ο οποίος χρησιμοποιεί το 'παιχνίδι των φαινομένων' μπορεί να εγκαταστήσει μια νέα μορφή συλλογικής επικοινωνίας, με βάση τα φαινόμενα, την παραγωγή και τον συσχετισμό τους. Ο δημόσιος χώρος αυτός θα διαπραγματεύεται έτσι την κατασκευή ομοιωμάτων, που μπορούν να γίνουν οι χώροι αναφοράς της συλλογικότητας.
Μπορεί, με αυτόν τον τρόπο, ο δημόσιος χώρος να προωθήσει την 'ομοιωματική δημόσια συμπεριφορά', δηλαδή την παιγνιώδη συναναστροφή με την ετερότητα.; Να διευκολύνει την διαδικασία αυτή της εναλλαγής ρόλων, προσωπείων, να θέσει σε λειτουργία την ατέρμονη παραγωγή άπειρων 'ομοιωμάτων εαυτού', οι οποίοι μπορούν να λειτουργήσουν ως οι απαραίτητοι μεσάζοντες στην οργάνωση της κοινωνικότητας; Και να χρησιμοποιήσουμε τα νέα μέσα και την τεχνολογία (όπως άλλωστε ήδη συμβαίνει σε πολλές περιπτώσεις) για να 'προσομοιώσουμε' τις λειτουργίες του δημόσιου χώρου; Αποκαθιστώντας έτσι τον τελεστικό (προσομοιωτικό) χαρακτήρα του δημόσιου βίου και την ευλυγισία του στο να παράγει δημόσια φαινόμενα.


Καταλήγουμε έτσι στο εξής διλημματικό ερώτημα: Το ομοίωμα του δημόσιου χώρου διαθέτει κάπου ένα πρωτότυπο, με αληθινά ή ψεύτικα αντίγραφα του να είναι οι προσομοιώσεις του δημόσιου χώρου; Και έτσι ο δημόσιος βίος ως τέλεση αναπαράγει μια μεταφυσική της ιδέας; Η μήπως ο δημόσιος χώρος κατασκευάζεται συνεχώς μετασχηματίζοντας αέναα τα αντίγραφά του και παράγοντας νέα, είναι δηλαδή ένα 'ομοίωμα χωρίς πρωτότυπο', και ο δημόσιος βίος μια επιφάνεια όπου τα φαινόμενα αλληλοδιαπλέκονται και έτσι παράγουν νόημα;

https://asfalectures.forumgreek.com

Admin


Admin

https://asfalectures.forumgreek.com

Επιστροφή στην κορυφή  Μήνυμα [Σελίδα 1 από 1]

Παρόμοια θέματα

-

» Walter Benjamin And His Times - Pecha Kucha

Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης