http://bestimmung.blogspot.gr/2013/02/gilles-deleuze.html
7. ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ: ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΟΚΕΊΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΠΡΑΚΤΙΚΉ
Κατά μία έννοια οι θέσεις καταλαμβάνονται και πληρούνται από πραγματικά όντα στο μέτρο που η δομή είναι ''ενεργοποιημένη''. Αλλά κατά μία άλλη έννοια, μπορούμε να πούμε ότι οι θέσεις είναι ήδη πληρωμένες ή κατειλημμένες από τα συμβολικά στοιχεία, στο επίπεδο της ίδιας της δομής, και ότι αυτό που καθορίζει την τάξη των θέσεων γενικά είναι οι διαφορετικές σχέσεις αυτών των στοιχείων. Συνεπώς υπάρχει μια πρωταρχική συμβολική πλήρωση πριν από κάθε δευτερογενή πλήρωση ή κατάληψη από πραγματικά όντα. Μόνο που ξαναβρίσκουμε το παράδοξο του άδειου κουτιού. Γιατί αυτό είναι η μόνη θέση που δεν μπορεί ούτε πρέπει να πληρωθεί, έστω και από ένα συμβολικό στοιχείο. Οφείλει να διατηρήσει την τελειότητα του κενού του για να μεταθέτει σε σχέση με τον εαυτό του και για να κυκλοφορήσει μέσα στα στοιχεία και στις ποικίλες σχέσεις. Όντας το ίδιο συμβολικό, θα πρέπει να είναι σύμβολο ως προς τον ίδιο τον εαυτό του, και να υπολείπεται αιωνίως απέναντι στο ίδιο το ήμισύ του που θα μπορούσε να έρθει να το καταλάβει. (Εν τούτοις αυτό το κενό δεν είναι ένα μη ον ή τουλάχιστον αυτό το μη ον δεν είναι το είναι του αρνητικού, είναι το θετικό είναι του ''προβληματικού'', το αντικειμενικό είναι ενός προβλήματος και μιας ερώτησης). Να γιατί ο Foucault μπορεί να λέει: ''Δεν μπορούμε πλέον παρά να σκεπτόμαστε μέσα στο κενό του εξαφανισμένου ανθρώπου. Γιατί αυτό το κενό δεν σκάβει μια έλλειψη. Δεν προδιαγράφει ένα χάσμα προς πλήρωση. Δεν είναι τίποτε περισσότερο ή τίποτε λιγότερο από την εκδίπλωση ενός χώρου όπου εν τέλει είναι και πάλι δυνατό να σκεφτούμε'' (1).
Αλλά, αν η κενή θέση δεν πληρούται από έναν όρο, δεν παύει να συνοδεύεται από ένα στοιχείο εξόχως συμβολικό, που ακολουθεί όλες τις μεταθέσεις της: συνοδεύεται χωρίς να καταλαμβάνεται ούτε να πληρούται. Και τα δύο αυτά, το στοιχείο και η θέση, δεν παύουν να υπολείπονται το ένα ως προς το άλλο και να συνοδεύονται με αυτόν τον τρόπο. Για την ακρίβεια το υποκείμενο είναι το στοιχείο που ακολουθεί την άδεια θέση: όπως λέει ο Lacan, είναι λιγότερο υποκείμενο και περισσότερο υποταγμένο-υποταγμένο στο άδειο κουτί, στο φαλλό και στις μετατοπίσεις του. Η ευκινησία του δεν έχει το ταίρι της ή θα έπρεπε να μην το έχει. Έτσι το υποκείμενο είναι ουσιαστικά διυποκειμενικό. Η αναγγελία του θανάτου του Θεού ή του ανθρώπου δεν είναι τίποτα. Αυτό που βαραίνει είναι ο τρόπος. Ο Nietzsche έδειχνε ήδη ότι ο Θεός πεθαίνει με πολλούς τρόπους. Και ότι οι θεοί πεθαίνουν, αλλά από τα γέλια, ακούγοντας κάποιον Θεό να λέει ότι είναι ο Μόνος. Ο στρουκτουραλισμός διόλου δεν είναι μια σκέψη που καταργεί το υποκείμενο, αλλά μια σκέψη που το κατατέμνει και το κατανέμει συστηματικά, που αμφισβητεί την ταυτότητα του υποκειμένου, που το διαλύει και το κάνει να περνά από θέση σε θέση, υποκείμενο μοναδικό πάντα, καμωμένο από εξατομικεύσεις, αλλά απρόσωπες, ή μοναδικότητες, αλλά προ-ατομικές. Υπ'αυτή την έννοια και μόνο ο Foucault μιλάει για ''διασπορά''. Και ο Lévi-Strauss δεν μπορεί να ορίζει ένα υποκειμενικό επίπεδο παρά μόνο στην εξάρτησή του από τις συνθήκες του Αντικειμένου, κάτω από τις οποίες συστήματα αλήθειας γίνονται μεταστρεπτά και συνεπώς ''ταυτόχρονα μπορούν να γίνουν δεκτά από πολλά υποκείμενα'' (2).
Έτσι δύο μεγάλα συμβεβηκότα της δομής μπορούν να οριστούν. Είτε το άδειο και κινητό κουτί δεν συνοδεύεται πλέον από ένα μοναδικό υποκείμενο και εδώ μέσα τονίζει αδρά την τροχιά του, οπότε το κενό του γίνεται μια αληθινή έλλειψη, ένα χάσμα. Είτε αντίθετα είναι πληρωμένο, κατειλημμένο από εκείνο που το συνοδεύει, οπότε η κινητικότητά του χάνεται μέσα στο αποτέλεσμα μιας πληρότητας ασάλευτης ή παγιωμένης. Επίσης θα μπορούσαμε να πούμε, με γλωσσολογικούς όρους, άλλοτε ότι το ''σημαίνον'' χάθηκε, ότι το ρεύμα του σημαινόμενου δε βρίσκει πλέον σημαίνον στοιχείο να το καταμετρήσει, άλλοτε ότι το ''σημαινόμενο'' έχει χαθεί, ότι η αλυσίδα του σημαίνοντος δε βρίσκει πλέον σημαινόμενο που να το διατρέχει: είναι οι δύο παθολογικές απόψεις της ψύχωσης (3). Θα μπορούσαμε να πούμε ακόμα, με όρους θεο-ανθρωπολογικούς, ότι άλλοτε ο Θεός μεγαλώνει την έρημο και ανοίγει ένα χάσμα στη γη, άλλοτε ότι ο άνθρωπος την γεμίζει, καταλαμβάνει τη θέση, και μέσα σε αυτή τη μάταιη μετατροπή μας κάνει να περνάμε από το ένα συμβεβηκός στο άλλο: να γιατί ο άνθρωπος και ο Θεός είναι οι δύο ασθένειες της γης, δηλαδή της δομής.
Το σημαντικό είναι να μάθουμε κάτω από ποιούς παράγοντες και σε ποιές στιγμές αυτά τα συμβεβηκότητα καθορίζονται μέσα σε δομές αυτής ή της άλλης τάξης. Ας δούμε και πάλι τις αναλύσεις του Athusseer και των συνεργατών του: από τη μια μεριά δείχνουν πως, μέσα στην οικονομική τάξη, οι περιπέτειες του άδειου κουτιού (η Αξία ως αντικείμενο =x) σφραγίζονται από το εμπόρευμα, το χρήμα, το φετίχ, το κεφάλαιο κτλ που χαρακτηρίζουν την καπιταλιστική δομή. Από την άλλη μεριά δείχνουν πώς γεννιούνται οι αντιφάσεις μέσα στη δομή. Εν τέλει, καθώς το πραγματικό και το φανταστικό, δηλαδή τα πραγματικά όντα, τα οποία έρχονται να καταλάβουν όσες θέσεις και ιδεολογίες εκφράζουν την εικόνα, που τα ίδια συνιστούν, καθορίζονται στενά από το παιχνίδι αυτών των δομικών περιπετειών και των αντιφάσεων που απορρέουν από εδώ. Όχι βέβαια πως οι αντιφάσεις είναι φανταστικές: είναι καθεαυτό δομικές, και χαρακτηρίζουν τα αποτελέσματα της δομής μέσα στον εσωτερικό χρόνο που της προσιδιάζει. Δεν θα λέγαμε λοιπόν ότι η αντίφαση είναι φαινομενική, αλλά απλώς ότι είναι παράγωγη: εκπηγάζει από το άδειο κουτί και από το γίγνεσθαί του μέσα στη δομή. Κατά γενικό κανόνα, το πραγματικό, το φανταστικό και οι σχέσεις τους γεννιούνται πάντα δευτερογενώς από τη λειτουργία της δομής, που αρχίζει έχοντας μέσα της τα πρωταρχικά της αποτελέσματα. Να γιατί αυτά, που μόλις αποκαλέσαμε συμβεβηκότα, δεν έρχονται από τα έξω στη δομή. Αντίθετα, πρόκειται για μια εμμενή ''τάση''. Πρόκειται για ιδεατά συμβάντα που αποτελούν μέρος της ίδιας της δομής και επηρεάζουν συμβολικά το άδειο κουτί ή το υποκείμενο. Τα αποκαλούμε ''συμβεβηκότα'' για να δηλώσουμε καλύτερα όχι τον χαρακτήρα της συμπτωματικότητας ή της εξωτερικότητας, αλλά αυτόν τον χαρακτήρα του πολύ ειδικού συμβάντος, που είναι εσωτερικό στη δομή, καθόσον αυτή η τελευταία δεν ανάγεται ποτέ σε μιαν απλή ουσία.
Έτσι ένα σύνολο περίπλοκων προβλημάτων τίθεται στον στρουκτουραλισμό αναφορικά με τις δομικές ''μετατροπές'' (Foucault) ή τις ''μορφές μετάβασης'' από μια δομή στην άλλη (Althusser). Οι διαφορετικές σχέσεις επιδέχονται νέες αξίες ή παραλλαγές πάντα σε συνάρτηση με το άδειο κουτί, το ίδιο όπως και οι μοναδικότητες γίνονται ικανές για νέες διανομές, που θεμελιώνουν μια άλλη δομή. Επίσης οι αντιφάσεις πρέπει να έχουν ''λυθεί'', δηλαδή η άδεια θέση να έχει απαλλαγεί από συμβολικά συμβάντα που την αποκρύπτουν ή την γεμίζουν, να έχει δοθεί στο υποκείμενο, που οφείλει να την συνοδεύει σε νέους δρόμους, χωρίς να την καταλαμβάνει ούτε να την εγκαταλείπει. Επίσης υπάρχει ένας στρουκτουραλιστικός ήρωας: δεν είναι ούτε Θεός ούτε άνθρωπος, ούτε προσωπικός ούτε απρόσωπος, είναι χωρίς ταυτότητα, καμωμένος από μη προσωπικές εξατομικεύσεις και από προ-ατομικές μοναδικότητες. Εξασφαλίζει τη διάσπαση μιας δομής, που έχει πληγεί από περίσσεια ή από έλλειψη, αντιθέτει το δικό του ιδεατό συμβάν στα ιδεώδη συμβάντα που μόλις ορίσαμε (5). Το αν εναπόκειται σε μια νέα δομή να μην ξαναρχίσει περιπέτειες ανάλογες με εκείνες της παλαιάς, να μην ξαναγεννήσει θανατηφόρες αντιφάσεις, αυτό εξαρτάται από την δύναμη αντίστασης και δημιουργίας αυτού του ήρωα, από την ευκινησία του να ακολουθήσει και να διασώσει τις μεταθέσεις, από τη δύναμή του να προκαλεί την παραλλαγή των σχέσεων και να ανακατανέμει τις μοναδικότητες, ρίχνοντας πάντα ζαριές. Ακριβώς αυτό το σημείο μετατροπής ορίζει μια πράξη, ή μάλλον τον ίδιο τον τόπου όπου η πράξη πρέπει να εγκατασταθεί. Γιατί ο στρουκτουραλισμός δεν είναι μόνο αξεχώριστος από τα έργα που δημιουργεί, αλλά επίσης και από μια πρακτικά αναφορικά με τα προϊόντα που ερμηνεύει. Είτε αυτή η πρακτική είναι θεραπευτική είτε πολιτική, πάντως υποδηλώνει ένα σημείο διαρκούς επανάστασης ή διαρκούς μεταβίβασης.
Αυτά τα τελευταία κριτήρια, από το υποκείμενο στην πράξη, είναι τα πιο σκοτεινά-είναι τα κριτήρια του μέλλοντος. Μέσα από τα έξι προηγούμενα χαρακτηριστικά, το μόνο που θελήσαμε ήταν να αντλήσουμε ένα σύστημα απηχήσεων ανάμεσα σε συγγραφείς πολύ ανεξάρτητους μεταξύ τους, που εξερευνούν πολύ διαφορετικές περιοχές, και επίσης τη θεωρία που προτείνουν οι ίδιοι γι'αυτές τις απηχήσεις. Στα διάφορα επίπεδα της δομής, στο πραγματικό και το φανταστικό, στα πραγματικά όντα και στις ιδεολογίας, το νόημα και η αντίφαση είναι ''αποτελέσματα'' που πρέπει να κατανοηθούν μετά από μια ''διαδικασία'', από μια διαφορική παραγωγή καθαυτό δομική, μια παράδοξη στατική ένεση φυσικών ''αποτελεσμάτων'' (οπτικών, ηχητικών κτλ). Τα βιβλία ενάντια στον στρουκτουραλισμό (ή ενάντια στο νέο μυθιστόρημα) δεν έχουν κατ'ουσία καμιά βαρύτητα. Δεν μπορούν να εμποδίσουν τον στρουκτουραλισμό να έχει μια παραγωγικότητα που είναι αυτή της εποχής μας. Κανένα βιβλίο ενάντια σε ο,τιδήποτε δεν έχει ποτέ καμιά βαρύτητα. Τα μόνα βιβλία που βαρύνουν είναι εκείνα που γράφονται ''για'' κάτι καινούργιο και μπορούν να το παραγάγουν.
7. ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΚΡΙΤΗΡΙΑ: ΑΠΟ ΤΟ ΥΠΟΚΕΊΜΕΝΟ ΣΤΗΝ ΠΡΑΚΤΙΚΉ
Κατά μία έννοια οι θέσεις καταλαμβάνονται και πληρούνται από πραγματικά όντα στο μέτρο που η δομή είναι ''ενεργοποιημένη''. Αλλά κατά μία άλλη έννοια, μπορούμε να πούμε ότι οι θέσεις είναι ήδη πληρωμένες ή κατειλημμένες από τα συμβολικά στοιχεία, στο επίπεδο της ίδιας της δομής, και ότι αυτό που καθορίζει την τάξη των θέσεων γενικά είναι οι διαφορετικές σχέσεις αυτών των στοιχείων. Συνεπώς υπάρχει μια πρωταρχική συμβολική πλήρωση πριν από κάθε δευτερογενή πλήρωση ή κατάληψη από πραγματικά όντα. Μόνο που ξαναβρίσκουμε το παράδοξο του άδειου κουτιού. Γιατί αυτό είναι η μόνη θέση που δεν μπορεί ούτε πρέπει να πληρωθεί, έστω και από ένα συμβολικό στοιχείο. Οφείλει να διατηρήσει την τελειότητα του κενού του για να μεταθέτει σε σχέση με τον εαυτό του και για να κυκλοφορήσει μέσα στα στοιχεία και στις ποικίλες σχέσεις. Όντας το ίδιο συμβολικό, θα πρέπει να είναι σύμβολο ως προς τον ίδιο τον εαυτό του, και να υπολείπεται αιωνίως απέναντι στο ίδιο το ήμισύ του που θα μπορούσε να έρθει να το καταλάβει. (Εν τούτοις αυτό το κενό δεν είναι ένα μη ον ή τουλάχιστον αυτό το μη ον δεν είναι το είναι του αρνητικού, είναι το θετικό είναι του ''προβληματικού'', το αντικειμενικό είναι ενός προβλήματος και μιας ερώτησης). Να γιατί ο Foucault μπορεί να λέει: ''Δεν μπορούμε πλέον παρά να σκεπτόμαστε μέσα στο κενό του εξαφανισμένου ανθρώπου. Γιατί αυτό το κενό δεν σκάβει μια έλλειψη. Δεν προδιαγράφει ένα χάσμα προς πλήρωση. Δεν είναι τίποτε περισσότερο ή τίποτε λιγότερο από την εκδίπλωση ενός χώρου όπου εν τέλει είναι και πάλι δυνατό να σκεφτούμε'' (1).
Αλλά, αν η κενή θέση δεν πληρούται από έναν όρο, δεν παύει να συνοδεύεται από ένα στοιχείο εξόχως συμβολικό, που ακολουθεί όλες τις μεταθέσεις της: συνοδεύεται χωρίς να καταλαμβάνεται ούτε να πληρούται. Και τα δύο αυτά, το στοιχείο και η θέση, δεν παύουν να υπολείπονται το ένα ως προς το άλλο και να συνοδεύονται με αυτόν τον τρόπο. Για την ακρίβεια το υποκείμενο είναι το στοιχείο που ακολουθεί την άδεια θέση: όπως λέει ο Lacan, είναι λιγότερο υποκείμενο και περισσότερο υποταγμένο-υποταγμένο στο άδειο κουτί, στο φαλλό και στις μετατοπίσεις του. Η ευκινησία του δεν έχει το ταίρι της ή θα έπρεπε να μην το έχει. Έτσι το υποκείμενο είναι ουσιαστικά διυποκειμενικό. Η αναγγελία του θανάτου του Θεού ή του ανθρώπου δεν είναι τίποτα. Αυτό που βαραίνει είναι ο τρόπος. Ο Nietzsche έδειχνε ήδη ότι ο Θεός πεθαίνει με πολλούς τρόπους. Και ότι οι θεοί πεθαίνουν, αλλά από τα γέλια, ακούγοντας κάποιον Θεό να λέει ότι είναι ο Μόνος. Ο στρουκτουραλισμός διόλου δεν είναι μια σκέψη που καταργεί το υποκείμενο, αλλά μια σκέψη που το κατατέμνει και το κατανέμει συστηματικά, που αμφισβητεί την ταυτότητα του υποκειμένου, που το διαλύει και το κάνει να περνά από θέση σε θέση, υποκείμενο μοναδικό πάντα, καμωμένο από εξατομικεύσεις, αλλά απρόσωπες, ή μοναδικότητες, αλλά προ-ατομικές. Υπ'αυτή την έννοια και μόνο ο Foucault μιλάει για ''διασπορά''. Και ο Lévi-Strauss δεν μπορεί να ορίζει ένα υποκειμενικό επίπεδο παρά μόνο στην εξάρτησή του από τις συνθήκες του Αντικειμένου, κάτω από τις οποίες συστήματα αλήθειας γίνονται μεταστρεπτά και συνεπώς ''ταυτόχρονα μπορούν να γίνουν δεκτά από πολλά υποκείμενα'' (2).
Έτσι δύο μεγάλα συμβεβηκότα της δομής μπορούν να οριστούν. Είτε το άδειο και κινητό κουτί δεν συνοδεύεται πλέον από ένα μοναδικό υποκείμενο και εδώ μέσα τονίζει αδρά την τροχιά του, οπότε το κενό του γίνεται μια αληθινή έλλειψη, ένα χάσμα. Είτε αντίθετα είναι πληρωμένο, κατειλημμένο από εκείνο που το συνοδεύει, οπότε η κινητικότητά του χάνεται μέσα στο αποτέλεσμα μιας πληρότητας ασάλευτης ή παγιωμένης. Επίσης θα μπορούσαμε να πούμε, με γλωσσολογικούς όρους, άλλοτε ότι το ''σημαίνον'' χάθηκε, ότι το ρεύμα του σημαινόμενου δε βρίσκει πλέον σημαίνον στοιχείο να το καταμετρήσει, άλλοτε ότι το ''σημαινόμενο'' έχει χαθεί, ότι η αλυσίδα του σημαίνοντος δε βρίσκει πλέον σημαινόμενο που να το διατρέχει: είναι οι δύο παθολογικές απόψεις της ψύχωσης (3). Θα μπορούσαμε να πούμε ακόμα, με όρους θεο-ανθρωπολογικούς, ότι άλλοτε ο Θεός μεγαλώνει την έρημο και ανοίγει ένα χάσμα στη γη, άλλοτε ότι ο άνθρωπος την γεμίζει, καταλαμβάνει τη θέση, και μέσα σε αυτή τη μάταιη μετατροπή μας κάνει να περνάμε από το ένα συμβεβηκός στο άλλο: να γιατί ο άνθρωπος και ο Θεός είναι οι δύο ασθένειες της γης, δηλαδή της δομής.
Το σημαντικό είναι να μάθουμε κάτω από ποιούς παράγοντες και σε ποιές στιγμές αυτά τα συμβεβηκότητα καθορίζονται μέσα σε δομές αυτής ή της άλλης τάξης. Ας δούμε και πάλι τις αναλύσεις του Athusseer και των συνεργατών του: από τη μια μεριά δείχνουν πως, μέσα στην οικονομική τάξη, οι περιπέτειες του άδειου κουτιού (η Αξία ως αντικείμενο =x) σφραγίζονται από το εμπόρευμα, το χρήμα, το φετίχ, το κεφάλαιο κτλ που χαρακτηρίζουν την καπιταλιστική δομή. Από την άλλη μεριά δείχνουν πώς γεννιούνται οι αντιφάσεις μέσα στη δομή. Εν τέλει, καθώς το πραγματικό και το φανταστικό, δηλαδή τα πραγματικά όντα, τα οποία έρχονται να καταλάβουν όσες θέσεις και ιδεολογίες εκφράζουν την εικόνα, που τα ίδια συνιστούν, καθορίζονται στενά από το παιχνίδι αυτών των δομικών περιπετειών και των αντιφάσεων που απορρέουν από εδώ. Όχι βέβαια πως οι αντιφάσεις είναι φανταστικές: είναι καθεαυτό δομικές, και χαρακτηρίζουν τα αποτελέσματα της δομής μέσα στον εσωτερικό χρόνο που της προσιδιάζει. Δεν θα λέγαμε λοιπόν ότι η αντίφαση είναι φαινομενική, αλλά απλώς ότι είναι παράγωγη: εκπηγάζει από το άδειο κουτί και από το γίγνεσθαί του μέσα στη δομή. Κατά γενικό κανόνα, το πραγματικό, το φανταστικό και οι σχέσεις τους γεννιούνται πάντα δευτερογενώς από τη λειτουργία της δομής, που αρχίζει έχοντας μέσα της τα πρωταρχικά της αποτελέσματα. Να γιατί αυτά, που μόλις αποκαλέσαμε συμβεβηκότα, δεν έρχονται από τα έξω στη δομή. Αντίθετα, πρόκειται για μια εμμενή ''τάση''. Πρόκειται για ιδεατά συμβάντα που αποτελούν μέρος της ίδιας της δομής και επηρεάζουν συμβολικά το άδειο κουτί ή το υποκείμενο. Τα αποκαλούμε ''συμβεβηκότα'' για να δηλώσουμε καλύτερα όχι τον χαρακτήρα της συμπτωματικότητας ή της εξωτερικότητας, αλλά αυτόν τον χαρακτήρα του πολύ ειδικού συμβάντος, που είναι εσωτερικό στη δομή, καθόσον αυτή η τελευταία δεν ανάγεται ποτέ σε μιαν απλή ουσία.
Έτσι ένα σύνολο περίπλοκων προβλημάτων τίθεται στον στρουκτουραλισμό αναφορικά με τις δομικές ''μετατροπές'' (Foucault) ή τις ''μορφές μετάβασης'' από μια δομή στην άλλη (Althusser). Οι διαφορετικές σχέσεις επιδέχονται νέες αξίες ή παραλλαγές πάντα σε συνάρτηση με το άδειο κουτί, το ίδιο όπως και οι μοναδικότητες γίνονται ικανές για νέες διανομές, που θεμελιώνουν μια άλλη δομή. Επίσης οι αντιφάσεις πρέπει να έχουν ''λυθεί'', δηλαδή η άδεια θέση να έχει απαλλαγεί από συμβολικά συμβάντα που την αποκρύπτουν ή την γεμίζουν, να έχει δοθεί στο υποκείμενο, που οφείλει να την συνοδεύει σε νέους δρόμους, χωρίς να την καταλαμβάνει ούτε να την εγκαταλείπει. Επίσης υπάρχει ένας στρουκτουραλιστικός ήρωας: δεν είναι ούτε Θεός ούτε άνθρωπος, ούτε προσωπικός ούτε απρόσωπος, είναι χωρίς ταυτότητα, καμωμένος από μη προσωπικές εξατομικεύσεις και από προ-ατομικές μοναδικότητες. Εξασφαλίζει τη διάσπαση μιας δομής, που έχει πληγεί από περίσσεια ή από έλλειψη, αντιθέτει το δικό του ιδεατό συμβάν στα ιδεώδη συμβάντα που μόλις ορίσαμε (5). Το αν εναπόκειται σε μια νέα δομή να μην ξαναρχίσει περιπέτειες ανάλογες με εκείνες της παλαιάς, να μην ξαναγεννήσει θανατηφόρες αντιφάσεις, αυτό εξαρτάται από την δύναμη αντίστασης και δημιουργίας αυτού του ήρωα, από την ευκινησία του να ακολουθήσει και να διασώσει τις μεταθέσεις, από τη δύναμή του να προκαλεί την παραλλαγή των σχέσεων και να ανακατανέμει τις μοναδικότητες, ρίχνοντας πάντα ζαριές. Ακριβώς αυτό το σημείο μετατροπής ορίζει μια πράξη, ή μάλλον τον ίδιο τον τόπου όπου η πράξη πρέπει να εγκατασταθεί. Γιατί ο στρουκτουραλισμός δεν είναι μόνο αξεχώριστος από τα έργα που δημιουργεί, αλλά επίσης και από μια πρακτικά αναφορικά με τα προϊόντα που ερμηνεύει. Είτε αυτή η πρακτική είναι θεραπευτική είτε πολιτική, πάντως υποδηλώνει ένα σημείο διαρκούς επανάστασης ή διαρκούς μεταβίβασης.
Αυτά τα τελευταία κριτήρια, από το υποκείμενο στην πράξη, είναι τα πιο σκοτεινά-είναι τα κριτήρια του μέλλοντος. Μέσα από τα έξι προηγούμενα χαρακτηριστικά, το μόνο που θελήσαμε ήταν να αντλήσουμε ένα σύστημα απηχήσεων ανάμεσα σε συγγραφείς πολύ ανεξάρτητους μεταξύ τους, που εξερευνούν πολύ διαφορετικές περιοχές, και επίσης τη θεωρία που προτείνουν οι ίδιοι γι'αυτές τις απηχήσεις. Στα διάφορα επίπεδα της δομής, στο πραγματικό και το φανταστικό, στα πραγματικά όντα και στις ιδεολογίας, το νόημα και η αντίφαση είναι ''αποτελέσματα'' που πρέπει να κατανοηθούν μετά από μια ''διαδικασία'', από μια διαφορική παραγωγή καθαυτό δομική, μια παράδοξη στατική ένεση φυσικών ''αποτελεσμάτων'' (οπτικών, ηχητικών κτλ). Τα βιβλία ενάντια στον στρουκτουραλισμό (ή ενάντια στο νέο μυθιστόρημα) δεν έχουν κατ'ουσία καμιά βαρύτητα. Δεν μπορούν να εμποδίσουν τον στρουκτουραλισμό να έχει μια παραγωγικότητα που είναι αυτή της εποχής μας. Κανένα βιβλίο ενάντια σε ο,τιδήποτε δεν έχει ποτέ καμιά βαρύτητα. Τα μόνα βιβλία που βαρύνουν είναι εκείνα που γράφονται ''για'' κάτι καινούργιο και μπορούν να το παραγάγουν.